• PROJECTS LIFE
    • PASSING BY
    • GUCA the Balkans Woodstock
    • Across the border, perhaps better (Απέναντι, ίσως καλύτερα…)
    • Kozani Square (Η πλατεία μας)
    • SUMMER TIME (Καλοκαιρινά μπάνια)
    • CONSTANTINOPLE ( Κωσταντινούπολη )
    • WALKING BY DANUBE - Μία απογευματινή βόλτα στο Δούναβη
    • ΠΑΝΗΓΎΡΙ ΑΙ ΣΥΜΙΟΥ (Μεσολόγγι)
    • THE ROUND OF DEATH - O ΓΥΡΟΣ TOY ΘΑΝΑΤΟΥ
    • TO THE CIRCUS (Στο Τσίρκο)
  • PROJECTS ART
    • The magic box -Το μαγικό κουτί
    • MITHOVRAHIES (“The myths of rocks” ) - ΜΥΘΟΒΡΑΧΙΕΣ
    • The journey ( Το ταξίδι )
    • FALL - ΠΤΩΣΕΙΣ
    • WINTER TIME ( Χειμώνας )
    • Jump faster than decay - Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά
    • THE ASTRONAUT (Ο αστροναύτης)
    • CONTRACTOR (Εργολάβος)
    • "Chrissa to Wonderland" Η Χρύσα στην χώρα των θαυμάτων
    • Η ΜΑΓΙΚΗ ΑΥΛΗ ( the magic yard)
    • HOME - σπιτικό
  • PROJECTS DOCUMENT
    • SERBIA (Σερβία)
    • ΠΑΝΔΩΡΑ ΚΟΖΑΝΗΣ (PANDORA KOZANIS)
    • WORKERS (Εργάτες)
    • Γιώργος, ένας σύγχρονος Homo Sapiens
    • Βοσκών σύναξις
  • BIO
  • CONTACT
  • VIDEOS
  • LINKS
V R E T T A K O S A L E X A N D R O S

GUCA  the Balkans Woodstock

Picture
ΓΚΟΥΤΣΑ Το Γούντστοκ των Βαλκανίων

Ένα αλλιώτικο φεστιβάλ γίνεται κάθε χρόνο στην Γκούτσα της Σερβίας. Με τα χάλκινα όργανα να έχουν τον πρώτο ρόλο, και τους χορούς με τα τραγούδια να ακολουθούν. Εφέτος μάλιστα το φεστιβάλ συμπλήρωσε 50 χρόνια και το γιόρτασε με ένα δεκαήμερο εκδηλώσεων. Κείμενο, φωτογραφίες: Αλέξανδρος Βρεττάκος.


Σε ένα μικρό χωριό στο

κέντρο της Σερβίας, την Γκούτσα, διοργανώνεται κάθε Αύγουστο το μεγα-λύτερο φεστιβάλ χάλκινων στα Βαλκάνια. Το φεστιβάλ,που ενδέχεται να είναι και το μεγαλύτερο παγκοσμίως, διαρκεί πέντε μερόνυχτα, από Τετάρτη μέχρι Κυριακή. Εφέτος όμως, λόγω της συμπλήρωσης των 50 χρόνων του, διήρκεσε δέκα ημέρες, από τις 13/8 ως τις 22/8.
Σε όλη τη διάρκεια του φεστιβάλ υπολογίζεται ότι περνούν από εκεί 600.000 επισκέπτες από όλη τη Σερβία. Η Γκούτσα βρίσκεται στην καρδιά του σερβικού κράτους στην οροσειρά Ντράγκατσεβο και περιβάλλεται από ένα μικρό ποτάμι που δημιουργεί την αίσθηση της τάφρου με τον έξω κόσμο.
Στο κέντρο του χωριού δεσπόζει ένα μεγάλο ορειχάλκινο άγαλμα που απεικονίζει έναν τρομπετίστα να παίζει με την τρομπέτα του στραμμένη προς τον ουρανό, σαν ένα κάλεσμα προς όλους τους λάτρεις της μουσικής των βαλκανικών χάλκινων.
Ο ίδιος ο Μάιλς Ντέιβις, όταν επισκέφθηκε την Γκούτσα, είχε δηλώσει ότι δεν μπορούσε να φανταστεί πώς μπορεί κάποιος να παίξει έτσι με μια τρομπέτα. Πληθωρικές μπάντες άνω των δέκα ατόμων με όλων των ειδών τα χάλκινα, τρομπέτες, τρομπόνια, τούμπες, σαξόφωνα και κλαρίνα, συνοδευόμενα από τον ρυθμό των ταμπούρλων και των τυμπάνων, παίζουν ασταμάτητα παραδοσιακά σερβικά τραγούδια, ενώ πλήθος κόσμου διασκεδάζει χορεύοντας και πίνοντας στους δρόμους σε 24ωρη βάση. Αναπόσπαστα μουσικά κομμάτια στο μενού τους αποτελούν τα τραγούδια του Γκόραν Μπρέγκοβιτς και του Μπόμπαν Μάρκοβιτς.
Πολλές φορές όμως οι παραδοσιακές μελωδίες των σερβικών τρομπονιών, κατά την εκτέλεσή τους, δίνουν τη θέση τους σε έναν αυτοσχέδιο τζαζ ήχο, προσφέροντας μια ανεπανάληπτη εμπειρία στους επισκέπτες τού τόσο ιδιαίτερου αυτού φεστιβάλ. Ακόμη και ο πιο απαιτητικός επισκέπτης είναι αδύνατον να μην παρασυρθεί από την ατμόσφαιρα που παραπέμπει ξεκάθαρα στις ταινίες του Εμίρ Κουστουρίτσα («Underground», «Ο καιρός των τσιγγάνων», «Μαύρος γάτος, άσπρη γάτα»).
Το μοναδικό ξενοδοχείο της περιοχής αποτελεί ουτοπία για όποιον θνητό επιθυμεί να κλείσει δωμάτιο εκείνη την περίοδο, γι’ αυτό όσοι έχουν σκοπό να διανυκτερεύσουν στο χωριό νοικιάζουν συνήθως ένα δωμάτιο μέσα στα σπίτια των κατοίκων – και αυτό καλό είναι να το κλείσουν τουλάχιστον δύο μήνες πριν, αν θέλουν να βρουν κάτι αξιοπρεπές.
Οι περισσότεροι έρχονται με το αυτοκίνητό τους και παρκάρουν σε ειδικές αλάνες έξω από το χωριό, τις οποίες έχει μετατρέψει ο δήμος σε πάρκινγκ. Εκείνοι που δεν έχουν προνοήσει για το πού θα κοιμηθούν μπορούν να στήσουν τη σκηνή τους στο προαύλιο του σχολείου, που εκείνη την περίοδο διατίθεται για κατασκήνωση.
Υπάρχουν και επισκέπτες που δεν ασχολούνται καθόλου με το κεφάλαιο «στέγη-ύπνος» και πέφτουν αναίσθητοι σε κάποιον αγρό από όπου θα τους μαζέψει τα ξημερώματα το ασθενοφόρο. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας πολυμελείς τσιγγάνικες μπάντες, ντυμένες ομοιόμορφα, κυκλοφορούν από παρέα σε παρέα και από τραπέζι σε τραπέζι, ικανοποιώντας όλα τα μουσικά γούστα των επισκεπτών και παρασύροντάς τους ένα ξέφρενο χορευτικό παραλήρημα: Στο τέλος όλοι, γνωστοί και άγνωστοι, καταλήγουν να χορεύουν αγκαλιασμένοι σε μια παρέα.
Τσιγγάνες με παραδοσιακές φορεσιές χορεύουν επάνω στα τραπέζια κουνώντας προκλητικά το κορμί τους στον ρυθμό των χάλκινων, αποσκοπώντας στα φιλοδωρήματα των παρευρισκομένων.
Η μπίρα ρέει άφθονη παντού, συνήθως στη δίλιτρη συσκευασία της και βοηθάει στο να δροσιστείς και να φτιάξεις κεφάλι. Υπαίθριες ταβέρνες με τέντες στήνονται οπουδήποτε και προσφέρουν ψητά της ώρας, γουρουνόπουλο της σούβλας και το παραδοσιακό φαγητό της περιοχής, λάχανο με χοιρινό κρέας, μαγειρεμένο σε τεράστιες πήλινες χύτρες.
Τις ημέρες του φεστιβάλ οι δρόμοι του χωριού κατακλύζονται από όλων των ειδών τους μικροπωλητές, από πάγκους, ψησταριές και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Εδώ λοιπόν μπορεί κανείς να βρει σε λογικές τιμές πολύ καλά παραδοσιακά, τοπικά προϊόντα – κυρίως καπνιστό κρέας, λουκάνικα, ρακή από δαμάσκηνα, μέλι κ.ά.
Μετά τον πόλεμο που οδήγησε στον διαμελισμό της πρώην Γιουγκοσλαβίας, το φεστιβάλ απέκτησε εθνικιστικές αποχρώσεις και συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό εθνικιστών,
ενώ οι φιγούρες του Ράντοβαν Κάρατζιτς και του Ράτκο Μλάντιτς να δεσπόζουν σε μπλουζάκια, καπέλα, κονκάρδες, αφίσες κτλ.
Την επισκεψιμότητα του φεστιβάλ μονοπωλούν οι Σέρβοι. Κάπου κάπου όμως ακούς και λίγα ελληνικά δίπλα σου. Από τους αλλοδαπούς, έντονη παρουσία έχουν παρέες νεαρών Γάλλων που υπό την επήρεια μέθης φτάνουν πολύ συχνά σε ακρότητες.
Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων περιλαμβάνει συναυλίες, παραδοσιακά χορευτικά διαφόρων χωρών, μπάντες χάλκινων προσκεκλημένες από διάφορα μέρη της πρώην Γιουγκοσλαβίας αλλά και από άλλες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, πολυφωνικά συγκροτήματα, διαγωνισμούς ορχηστρών σε επίπεδο παίδων, εφήβων και ενήλικων, αγώνες παραδοσιακών αθλημάτων, καθώς και διαγωνισμούς καλύτερης παραδοσιακής στολής, καλλιστεία και παρουσιάσεις τοπικών εθίμων.
Βασικό κομμάτι των εκδηλώσεων αποτελούν οι βραδινές συναυλίες και οι διαγωνισμοί των χάλκινων στο στάδιο του χωριού – όλες προσφέρονται δωρεάν από τους διοργανωτές – με άψογη τεχνική υποστήριξη στην ποιότητα του ήχου.
Στη συναυλία της Παρασκευής εμφανίζεται συνήθως κάποιος
δημοφιλής καλλιτέχνης επιπέδου Μπρέγκοβιτς, ενώ επίτιμος καλεσμένος του φεστιβάλ είναι πάντα ο πολυβραβευμένος τρομπετίστας Μπόμπαν Μάρκοβιτς, ο οποίος αναδείχτηκε άλλωστε μέσα από αυτό, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο, και τώρα μαζί με τον γιο του προσφέρουν εξαιρετικές βραδιές μουσικής στον κόσμο που έρχεται να τους ακούσει.
Το σαββατόβραδο λαμβάνει χώρα η πιο καθοριστική συναυλία όσον αφορά την επιλογή της καλύτερης μπάντας για το ερχόμενο έτος, από την ειδική επιτροπή βραβείων της διοργάνωσης. Την επόμενη ημέρα, την Κυριακή πριν
από την απονομή των βραβείων, γίνεται μια εντυπωσιακή παρέλαση στον κεντρικό δρόμο του χωριού με όλες τις ορχήστρες που συμμετείχαν στο φεστιβάλ να παίζουν ταυτόχρονα, προσπαθώντας η καθεμία να επιβάλει τον δικό της ρυθμό.
Ολοι οι μουσικοί καταλήγουν στο στάδιο όπου γίνεται η απονομή των βραβείων στους καλύτερους, με φινάλε ένα κονσέρτο από τους βραβευθέντες. Κλείνουν έτσι με
τον καλύτερο τρόπο το φεστιβάλ, δίνοντας μεταξύ τους την υπόσχεση ότι του χρόνου θα επιστρέψουν για νέα γλέντια, ένα φεστιβάλ που θα τολμούσαμε να χαρακτηρίσουμε βαλκανικό Γούντστοκ που επαναλαμβάνεται
κάθε χρόνο.
                                                                                                                                Βρεττάκος Αλέξανδρος



Powered by
✕